fóbico - ορισμός. Τι είναι το fóbico
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι fóbico - ορισμός


fóbico      
adj. (-a1958 cf. MS 10 )
1 relativo ou pertencente a fobia n adj.s.m.
-psicop
2 que ou aquele que sofre de fobia
-etim fobia + ico ; ver -fobia e -fóbico
fobia      
s.f. (-1890 cf. JM 3 )
1 medo exagerado
f. de altura
2 falta de tolerância; aversão
f. de luz
2.1 -psicop estado de angústia, impossível de ser dominado, que se traduz por violenta reação de evitamento e que sobrevém de modo relativamente persistente, quando certos objetos, tipos de objeto ou situações se fazem presentes, imaginados ou mencionados [As fobias são classificadas entre as neuroses de angústia, na teoria clássica das neuroses.]
-etim gr. phóbos,ou 'ação de horrorizar, amedrontar, dar medo' + -ia , autonomização do el.comp. pospositivo -fobia , muito produtivo no port.; através do fr. phobie (1890) 'id.', inicialmente us. em psicopatologia; ver fob(o)- ; f.hist. 1890 fobia , 1899 phobía -sin/var ver antonímia de coragem -ant ver sinonímia de coragem
-fóbico      
el.comp. pospositivo, conexo com -fobia 'horror a', ver, formador, pelo suf. ico , de adj. derivados dos subst. relacionados com -fobia , sem exceção, pelo padrão seg. (segundo o primeiro exemplo lá registrado): acarofobia : acarofóbico etc.